Η Αριστέα Μαγκλάρα είχε την τύχη να ζήσει ουκ ολίγες
συγκινήσεις τα τελευταία χρόνια, ως παίκτρια. Αν τη ρωτάτε ποια ήταν η
κορυφαία, θα σας πει πιθανότατα τη σεζόν 2012-13 όταν ο Παναθηναϊκός κατέκτησε
το πρωτάθλημα στην Α1 Γυναικών σπάζοντας την πολυετή κυριαρχία του Αθηναϊκού,
με την ίδια αρχηγό.
Ένα άλλο ενδιαφέρον fact: Η γκαρντ του Ελληνικού (σ.σ. που
ειρήσθω εν παρόδω, φέτος διεκδικεί το repeat) "πιάνει" βραδινή
δουλειά, συνδυάζοντας τις προπονήσεις και τους αγώνες με τις πρόβες και τις
εμφανίσεις στο πλευρό του Σωτήρη Καλυβάτση! Η γκαρντ του Ελληνικού μίλησε στο
All Star Basket για αυτές τις διπλές υποχρεώσεις, θυμάται πώς έπιασε για πρώτη
φορά μικρόφωνο και περιγράφει τα απρόοπτα της πίστας.
Κατ' αρχάς αν σε
ψάξει κανείς στο Facebook, θα σε βρει με ένα μικρόφωνο στο χέρι! Τι γίνεται με
την περίπτωσή σου;
«Τον τελευταίο καιρό ασχολούμαι πιο επαγγελματικά με το
τραγούδι, παράλληλα με το μπάσκετ. Ξεκίνησα να τραγουδάω πριν από ενάμιση
χρόνο, πιο πολύ σαν χόμπι, όμως το πράγμα εξελίχθηκε αλλιώς στην πορεία. Έκανα
μερικά live στην ''Απανεμιά'' και σε κάποια άλλα μαγαζιά. Το καλοκαίρι, λοιπόν,
είχα μια πρόταση για ένα μαγαζί στη Συγγρού, το ''La Μπουάτ'', σε μια
μουσικοθεατρική παράσταση με τον Σωτήρη Καλυβάτση, τον Στέλιο Κάτσαρη και τον
Ζήση Ρούμπο. Μου ζήτησαν να συμμετάσχω σε αυτή την ομάδα και κάπως έτσι
αρχίσαμε, στις 6 Φεβρουαρίου!».
Πως ξεκίνησε αυτή
η ιστορία με το τραγούδι;
«Όλα έγιναν εντελώς τυχαία! Για την ακρίβεια συζητούσα με
τη συμπαίκτριά μου, την Έλενα Βλάνη αφού θέλαμε να ξεκινήσουμε μαθήματα
κιθάρας. Η Έλενα, λοιπόν, μου εξήγησε πως έχει έναν συνάδελφο ο οποίος είναι
μουσικός και παραδίδει μαθήματα στο σπίτι του. Κιθάρα και ό,τι άλλο έγχορδο
θες... Είπαμε, λοιπόν, να πάμε εκεί και να τον γνωρίσω. Είναι ο Θεόφιλος
Μήτσης, που τραγουδάει στην ''Απανεμιά''. Κάποια στιγμή ο Θεόφιλος μου ζήτησε
να ακούσει τη φωνή μου. Του είπα "Ναι, ΟΚ" και του τραγούδησα έναν
στίχο. Ε, αμέσως μετά μου είπε "Άσε την κιθάρα, ξεκινάμε μαθήματα
φωνητικής!". Έτσι άρχισαν όλα. Έκανα μαθήματα για σχεδόν δυο μήνες και στη
συνέχεια μου εξήγησε πως με θέλει μαζί του στα live! "Εγώ;".
"Ναι εσύ!". Έτσι ξεκινήσαμε».
Καταφέρνεις και
συνδυάζεις τις πρόβες με τις προπονήσεις και τους αγώνες;
«Κοίταξε, αυτή τη στιγμή δεν δουλεύω κάπου αλλού. Πέρσι
είχα μια ομάδα Κορασίδων όμως την έχω αφήσει γιατί δεν προλαβαίνω. Είναι θετικό
το ότι μπορώ και συνδυάζω το μπάσκετ με το τραγούδι. Οι προπονήσεις στο
Ελληνικό δεν είναι πάρα πολλές. Έχουμε, βέβαια, κάποιες πρωινές την Τρίτη και
την Πέμπτη όμως, τουλάχιστον, προλαβαίνω τις πρόβες. Το αρνητικό, αν θες, σε
αυτή την ιστορία είναι ότι δεν έχω καθόλου προσωπικό ελεύθερο χρόνο όμως μου
αρέσουν και τα δυο. Πιστεύω ότι αν αγαπάς κάτι, μπορείς να το συνδυάσεις και να
το κάνεις και καλά».
Είσαι, λοιπόν, σε
δυο χώρους που από τη μια ακούς το χειροκρότημα και από την άλλη, βρισιές και
μπινελίκια!
«Καλά, μη νομίζεις. Και στο τραγούδι μπορείς να ακούσεις
μπινελίκια (γέλια)! Αν κάνεις κανένα φάλτσο ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο! Εντάξει,
στο γήπεδο έχω συνηθίσει τις αποδοκιμασίες. Είναι δυο πράγματα διαφορετικά όμως
με ''γεμίζουν'' και έχουν πολλά κοινά. Για παράδειγμα, τα κάνεις και νιώθεις
πιο όμορφα ενώ μπορείς να βγάλεις πράγματα του εαυτού σου. Μπορείς να
εκφραστείς μέσα από αυτά, ενώ εκτίθεσαι στο κοινό που σε κρίνει. Εξάλλου, και
τα δυο είναι περίπου σαν χόμπι αφού το γυναικείο μπάσκετ στην Ελλάδα δεν είναι
ακόμα επαγγελματικό».
Σου έχει τύχει
κάποιο απρόοπτο, ενώ τραγουδάς;
«Βέβαια! Για παράδειγμα, ένα βράδυ άρχισα τις αφιερώσεις
με τις πρώην συμπαίκτριές μου στον Παναθηναϊκό, στα μπροστινά τραπέζια. Είχα
όρεξη εκείνο το βράδυ, δεν το έχω ξανακάνει (γέλια). Ξεκίνησα, λοιπόν, να
τραγουδάω το "Μακριά μου να φύγεις" και έγινε πανικός! Ξεκίνησαν όλες
από κάτω: "Ρε, αυτό θα μας αφιερώσεις;", "Εντάξει Αριστέα, το
καταλάβαμε!", "Εντάξει, θα φύγουμε Αριστέα, μην αγχώνεσαι!".
Πεθάναμε στα γέλια. Είναι, απλώς, ένα τραγούδι που μου αρέσει όμως τα κορίτσια το...
παρεξήγησαν».
Τι τραγούδι θα
ήταν το ελληνικό γυναικείο μπάσκετ;
«Νομίζω ότι ταιριάζει πιο πολύ με το R&B. Βέβαια σε
κάποιες περιπτώσεις, του πάει και το ροκ».
Υπάρχουν
ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα στην πρώην ομάδα σου, τον Παναθηναϊκό, και το
Ελληνικό;
«Ο Παναθηναϊκός ήταν ένα πολύ οργανωμένο τμήμα. Για την
ακρίβεια, μια ομάδα που ήταν ακριβώς όπως έπρεπε να είναι, με ένα πολύ καλό
προπονητικό τιμ, υψηλούς στόχους και καλό κλίμα. Όπως, ακριβώς, συμβαίνει τώρα
με το Ελληνικό. Γενικώς, επιδιώκω να αγωνίζομαι πάντα σε μια ομάδα που έχει
στόχους, που διεκδικεί το πρωτάθλημα. Αυτό το έζησα και στις δυο ομάδες. Η
μεγάλη διαφορά είναι ότι στο Ελληνικό παίζουμε χωρίς τον κόσμο που μαζεύει ο
Παναθηναϊκός. Επίσης, εκεί υπήρχε πίεση λόγω ονόματος και φιλάθλων. Στον
Παναθηναϊκό υπάρχουν πιο μεγάλες απατήσεις. Μπορώ να πω ότι κάποια πράγματα
είναι πιο αυστηρά. Από την άλλη πλευρά, το Ελληνικό δεν σου προκαλεί τόσο
άγχος. Το πιο σημαντικό είναι ότι αυτή τη στιγμή αισθάνομαι καλά. Είμαι μέλος
μιας από τις καλύτερες ομάδες στην Ελλάδα, σε όλα τα επίπεδα».
Η μείωση των
ομάδων και η καθιέρωση των playoffs έχουν βοηθήσει ώστε να βελτιωθεί το
πρωτάθλημα;
«Νομίζω πως έχουν βοηθήσει αρκετά, με δεδομένο ότι τα
προηγούμενα χρόνια στην Α1 έπαιζαν ομάδες που απλώς... συμμετείχαν, φτάνοντας
στο σημείο να έχουμε αλλοίωση πρωταθλήματος σε κάποιες περιπτώσεις. Επίσης η Α1
έχει γίνει πιο δίκαιη με τα playoffs. Δεν ξέρω αν το φετινό πρωτάθλημα είναι το
πιο ανταγωνιστικό, σίγουρα όμως είναι από τα πιο ανταγωνιστικά των τελευταίων
χρόνων. Απλώς, το μόνο που χρειαζόμαστε και το λέμε συνέχεια είναι περισσότερη
προβολή».
0 Σχόλια