Κακιούζης: «Παλέψαμε μέχρι το τέλος»

Ο Γιάννης Κακιούζης παραχώρησε αποκλειστική συνέντευξη στο SerresBasket μιλώντας για όλους και για όλα. Ο έμπειρος καλαθοσφαιριστής ήταν «χείμαρρος» βάζοντας το δάκτυλό του επί τον τύπον των ήλων.

- S.B.: Γιάννη ολοκληρώθηκε η φετινή σεζόν, η κατάληξη της οποίας ήταν δυσάρεστη για την ομάδα και για τους φιλάθλους που αγαπάνε τους Ικάρους. Θα ήθελα να μου πεις πως βίωσες εσύ τη φετινή χρονιά ως ηγέτης των «κυανοκίτρινων»;

- Γ.Κ.: «Δεν μπορώ να πω ότι ήμουν ηγέτης με την έννοια ότι άμα κοιτάξεις την ιστορία του μπάσκετ σε μια ομάδα ηγέτες δεν είναι ποτέ οι ψηλοί, αλλά οι κοντοί. Σαν πιο έμπειρος παίκτης ή σαν ο καλύτερος που κι αυτό δεν μου πολυαρέσει  να λέγεται, σαν πιο έμπειρος παίκτης λοιπόν που ήμουν... δυστυχώς... η ομάδα έπεσε. Ήταν μια πάρα πολύ δύσκολη χρονιά, από ένα σημείο και μετά μπορώ να πω ότι ήταν ψυχοφθόρα.

Θεωρώ ότι όταν τελείωσε η χρονιά με το αποτέλεσμα που ήρθε ανακουφιστήκαμε όλοι από το άγχος, διότι παίζαμε σε κάθε παιχνίδι με την πλάτη στον τοίχο, ότι άμα χάσουμε αυτόν τον αγώνα στην έδρα μας δεν υπάρχει άλλο περιθώριο και ειδικά προς το φινάλε που έπρεπε να πάρουμε 5 ματς συνεχόμενα.

Ήταν ένα πάρα πολύ μεγάλο βάρος, το οποίο όταν η ομάδα άρχισε να χάνει στην αρχή και βγήκε αυτό το ψυχολογικό βάρος πολλά παιδιά δεν μπόρεσαν να το διαχειρισθούν. Σίγουρα άμα κάτσεις και σκεφτείς ότι η ομάδα έχασε 10 παιχνίδια στον πόντο, τα 4 σε παρατάσεις, εάν είχαμε κερδίσει 2-3 από αυτά, ήμασταν πιο σοβαροί, πιο συγκεντρωμένοι ίσως αυτή τη στιγμή που μιλάμε οι Ίκαροι να είχαν τερματίσει στη δέκατη θέση και να ήταν όλα μια χαρά.

Δυστυχώς έτσι είναι ο αθλητισμός. Πιστεύω ότι έγιναν πάρα πολλά λάθη. Πολλοί κοιτάνε το αποτέλεσμα, ότι η ομάδα υποβιβάσθηκε, ότι δεν έπαιζε καλό μπάσκετ, φταίει ο προπονητής, φταίει ο Κακιούζης, φταίνε οι παίκτες.

Οι φίλαθλοι που έρχονται την Κυριακή στο γήπεδο βλέπουν τον προπονητή, τους αθλητές, πως παίζει η ομάδα και κρίνουν αυτό που βλέπουν τις 2 ώρες που κάθονται στο γήπεδο.

Μια ομάδα όμως, δυστυχώς ή ευτυχώς, όπως το βλέπει κανείς, δουλεύει όλη την εβδομάδα για να φτάσει στην Κυριακή. Από την Τρίτη που ξεκινάει η προετοιμασία μέχρι και τη λήξη του αγώνα.

Η ομάδα μας ξεκίνησε διαφορετικά, στην πορεία έφυγαν 2 παίκτες, ο Παυλίδης και ο Δούκας, ο ένας αποχώρησε για προσωπικούς λόγους, ο Καραμπέκης και ο Παπαδόπουλος ήταν φαντάροι και για πάνω από 3 μήνες κάναμε προπόνηση με 7-8 άτομα. Ο Θεόφιλος (Θολιώτης) λόγω της δουλειά του έμπαινε στις προπονήσεις την Τετάρτη κατόπιν συνεννόησης πάντοτε και με κάποιον ψιλοτραυματισμό γίνονταν προπονήσεις και με 6 παίκτες.

Καταλαβαίνεις ότι σε ένα τόσο μεγάλο πρωτάθλημα, έρχεται και το ψυχολογικό βάρος ότι η ομάδα δεν πάει καλά, τα περισσότερα παιδιά που έμειναν δεν είχαν εμπειρίες από το περσινό πρωτάθλημα παρά μόνο εικόνες, βρέθηκαν να πάρουν την ομάδα στις πλάτες τους, όπως κι εγώ από μια χρονική στιγμή κι έπειτα δεν μπόρεσα να το διαχειριστώ γιατί το μπάσκετ δεν είναι ατομικό άθλημα.

Κάνεις προπόνηση με τις συνθήκες που ανέφερα, έρχεται και η κούραση όλα αυτά παίζουν τον ρόλο τους. Και ίσως ήταν αναπόφευκτο από κάποιο χρονικό σημείο και μετά ότι η ομάδα μπορεί και να καταρρεύσει.

Εγώ δίνω συγχαρητήρια στον προπονητή και στους συμπαίκτες μου γιατί το παλέψαμε μέχρι το τέλος. Και το λέω αυτό διότι έχω κάνει και σε άλλους συλλόγους με πιο έμπειρα παιδιά και με τέτοιες συνθήκες καταρρέουν, διαλύουν. Εννοώ ότι δεν φεύγουν οι παίκτες, αλλά διαλύονται αγωνιστικά.

Πιέστηκαν παρά πολλά παιδιά, πίεσαν τους εαυτούς τους, πήραν και μεγαλύτερο βάρος απ' ότι μπορούσαν να αντέξουν.

Ο προπονητής μας ο Κώστας (Σίσκος) όλη την εβδομάδα ήταν μόνος του. Μόνο την Κυριακή ερχόταν ο Νίκος (Κηρύκος) για να βοηθήσει. Ένας προπονητής λοιπόν να κάνει το πλάνο, να κάνει το σκάουτινγκ, να κάνει τις αλλαγές, να κάνει εκείνο, να κάνει τ' άλλο, όπως καταλαβαίνετε και για αυτόν που είναι νέος άνθρωπος ήταν ένα δύσκολο μονοπάτι.

Όταν ένας άνθρωπος ασχολείται με όλα από κάπου κι αυτός θα χάσει. Βλέπουμε σε ομάδες Α1 και Α2, να μη πούμε για Ευρωλίγκα, ότι έχουν προπονητικά επιτελεία που ο καθένας κάνει τη δουλειά του.

Ο Κώστας λοιπόν τα έκανε όλα και λογικό είναι να έχει κάνει κι αυτός τα λάθη του και να έχει πάρει τη μεγαλύτερη ευθύνη για την ήττα της ομάδας, όπως βέβαια την ευθύνη την αναλαμβάνω κι εγώ σαν πιο έμπειρος παίκτης και τα υπόλοιπα παιδιά».

- S.B.: Αναφέρθηκες στη ψυχολογική πίεση που υπήρχε στους Ικάρους. Σε αυτή τη δύσκολη, όπως εξελίχθηκε χρονιά, πως ήταν το κλίμα στα αποδυτήρια;

- Γ.Κ.: «Το κλίμα ήταν μια χαρά, τα παιδιά καταπληκτικά. Ήρθανε και ο Παπαδόπουλος με τον Καραμπέκη, Σερραίοι αθλητές που ενσωματώθηκαν αμέσως στην ομάδα. Εξαιρετική ατμόσφαιρα, πηγαίναμε και για καφέ. Μεταξύ μας ήμασταν πάρα πολύ καλά, απλά αυτό το δέσιμο δεν καταφέραμε να το βγάλουμε στο γήπεδο.

Το γιατί είναι όλοι οι λόγοι που σου έλεγαν πριν. Γιατί ακούγαμε και τώρα στο τέλος, αλλά και στη διάρκεια της χρονιάς ότι ο προπονητής είχε πολύ καλό υλικό στα χέρια του και ότι η ομάδα δεν ήταν για να πέσει και ίσως και να πρωταγωνιστεί. Και ήρθαν στα αυτιά μου κάποιες μη πω γελοιότητες, αλλά κάποια "κουλά", ας το πω έτσι, πράγματα ότι αυτή η ομάδα με άλλον προπονητή θα είχε ανέβει στην Α2 Εθνική.

Το ξαναείπα ότι ο κόσμος έρχεται στο γήπεδο και κρίνει μια ομάδα από τα 40 λεπτά που διαρκεί το παιχνίδι. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα.

Θεωρώ ότι η ομάδα είχε τεράστιο πρόβλημα, επειδή τα περισσότερα παιδιά είναι ερασιτέχνες και αγωνιστικά και στη νοοτροπία, συν οι δύσκολες συνθήκες που ανέφερα και λίγο η απειρία του Κώστα. Πέρυσι η ομάδα έπρεπε να ανέβει, φέτος έπρεπε να μείνει στην κατηγορία, αλλά όταν μπαίνεις σε αυτή λογική, ότι πρέπει να σωθείς, είναι σαν να πρέπει να κάνεις πάλι πρωταθλητισμό.

Και τώρα που τελείωσε η χρονιά οι σχέσεις μας παραμένουν καλές».

- S.B.: Η διοίκηση ήταν κοντά στον προπονητή και τους παίκτες;

- Γ.Κ.: «Η διοίκηση από οικονομικής πλευράς ήταν συνεπέστατη κάτι που είναι πολύ σημαντικό στις εποχές που ζούμε, αλλά στα υπόλοιπα πράγματα δεν ήταν κοντά μας. Ήμασταν μόνοι μας, 10 παίκτες και ο προπονητής.

Στην προπόνηση δεν υπήρχε ένας άνθρωπος. Και ήταν εισήγηση του προπονητή στη διοίκηση να έρχεται ένα άτομο και να βλέπει πως δουλεύουμε και τι συνθήκες επικρατούν κλπ. Ο γενικός αρχηγός της ομάδας εμφανίζονταν μόνο στα παιχνίδια».

- S.B.: Από την παρουσία των φιλάθλων στο γήπεδο είσαι ευχαριστημένος;

- Γ.Κ.: «Εγώ εδώ πέρα δεν ξέρω τους ανθρώπους διότι δεν κατάγομαι από τις Σέρρες. Μια μικρή μερίδα φιλάθλων μας συμπαραστεκόταν, φώναζε για εμάς, έδειχνε ότι αγαπάει πραγματικά την ομάδα.

Πολλοί όμως έρχονταν και δεν τους ένοιαζε αν η ομάδα χάνει, μπορεί και να χαίρονταν. Αυτό αντιλαμβανόμουν εγώ. Να σου φέρω ένα παράδειγμα να καταλάβεις.

Παίζουμε ένα κρίσιμο παιχνίδι στην έδρα μας με τη Νίκη Βόλου προερχόμενοι από μία μεγάλη νίκη μέσα στην Ελευθερούπολη. Κερδίζουμε 8 πόντους, μειώνουν στους 3, ο εφιάλτης που κερδίζουμε όπως σε όλους τους αγώνες και στο τέλος χάνουμε επιστρέφει και σε μία φάση έχοντας και 200 σφυγμούς φωνάζω νευριασμένος "Τρέξε" στον συμπαίκτη μου τον Πασχάλη Κουτσοκώστα.

Την Τρίτη μετά το παιχνίδι έρχεται στην προπόνηση ο Πρόεδρος και μου κάνει συστάσεις για τη συμπεριφορά μου επειδή ένας από την κερκίδα του είπε ότι αηδίασε με την συμπεριφορά του Κακιούζη και σηκώθηκε κι έφυγε από το γήπεδο 3 λεπτά πριν τη λήξη του ματς.

Όταν έχεις τέτοιους φιλάθλους τότε τι να πεις;

Ο Κακιούζης φωνάζει και βρίζει τους συμπαίκτες του, ο Σίσκος το ίδιο. Ποτέ ούτε εγώ, ούτε ο Κώστας δεν έχουμε βρίσει κάποιον. Όταν όμως "καιγόμαστε" για τη νίκη και βλέπω έναν πιτσιρικά να μη μπορεί να διαχειρισθεί μια κατάσταση, έχοντας πάρει και το δικαίωμα από τον προπονητή μου, χωρίς να λέω ότι αυτό είναι σωστό, αλλά σαν αθλητής 40 ετών έχω το δικαίωμα να φωνάζω στον συμπαίκτη μου για το δικό του καλό και για το καλό της ομάδας.

Εγώ παίζω για να κερδίσω, όχι για το θεαθήναι. Αν κάποιος φίλαθλος έχει πρόβλημα επειδή ο Κακιούζης ή ο Σίσκος φωνάζει στα παιδιά σε ένα άθλημα που είναι ανδρικό, τότε δεν έχει θέση στο γήπεδο. Αυτό το είπα στον Πρόεδρο τότε, αυτό το λέω και σε εσένα τώρα».

- S.B.: Παρά το ότι η ομάδα αποδυναμώθηκε σε σύγκριση με τη περσινή χρονιά, εσύ δέχθηκες να παραμείνεις στους Ικάρους. Πως και έλαβες μια τέτοια απόφαση;

- Γ.Κ.: «Δέχθηκα διότι δέθηκα με την ομάδα, δέθηκα με τα παιδιά. Εγώ είμαι ένας άνθρωπος του παλαιού μπάσκετ μου αρέσει να παίζω κάπου όπου να έχω ένα κίνητρο, να νιώθω καλά με τους ανθρώπους μέσα στην ομάδα.

Μου είχαν εξηγήσει το σκεπτικό τους ότι ήθελαν να πάνε με έναν έμπειρο όπως είμαι εγώ και να στηρίξουν τα δικά τους παιδιά, να δουλέψουν στην παραγωγή, πράγμα σεβαστό.

Εγώ το είδα και πέρα από το αγωνιστικό κομμάτι . Θα μείνω να βοηθήσω και τα παιδιά που θα έρθουν, να βοηθήσω το σερραϊκό μπάσκετ.

Μου το ζήτησαν και ο Πρόεδρος και ο Τάσος Παναγιώτου, τον οποίο αγαπώ και εκτιμώ πολύ κι έτσι έμεινα».

- S.B.: Πως σου φαίνεται η τοπική μπασκετική κοινωνία;

- Γ.Κ.: «Μεγάλο κεφάλαιο αυτό. Όπως κάθε επαρχιακή πόλη έχει τα γνωστά προβλήματα. Ήμουν στην Κύμη, ένα χωριό 3000 κατοίκων και είχε 3-4 ομάδες. Αυτά τα θέματα υπάρχουν και στην Αθήνα, αλλά χάνονται επειδή είναι πολύ μεγάλη πόλη.

Όχι Ίκαροι-Πανσερραϊκός, όχι Πανσερραϊκός-Ίκαροι, όχι Α.Ο.Σ. κλπ. Aντί να ενωθούν όλοι μαζί, να γίνει μια ισχυρή ομάδα και οι υπόλοιπες να λειτουργούν ως "δορυφόροι" της πρώτης ομάδας και να αξιοποιηθεί το υλικό που υπάρχει για το καλό του σερραϊκού μπάσκετ, αυτό που τους νοιάζει και δεν ξέρω τους λόγους που συμβαίνει αυτό είναι μετά τους αγώνες του ανδρικού την Κυριακή, ή των παιδικο-εφηβικών, ή των παμπαίδων να βγαίνει ο νικητής στα καφέ της πόλης και να περηφανεύεται σαν πετεινός και ο ηττημένος να λέει θα σας δείξουμε την επόμενη φορά».

- S.B.: Φέτος είσαι και προπονητής στα τμήματα υποδομής των Ικάρων. Πως είναι αυτή η εμπειρία για εσένα;

- Γ.Κ.: «Μου αρέσει πάρα πολύ. Έχω τις ηλικίες 2008, είναι όλα πάρα πολύ καλά παιδιά και έχω δεθεί μαζί τους.

Είχα μια ανάλογη εμπειρία και στο Λαύριο παλιότερα. Πιστεύω ότι έχω δώσει κι εγώ κάτι στα παιδιά, δηλαδή να τα βοηθήσω να αρχίσουν να σκέφτονται με έναν πιο μπασκετικό τρόπο. Ήταν μια διασκεδαστική χρονικά κι ελπίζω και τα παιδιά να το απόλαυσαν».

- S.B.: Τι δεν σου άρεσε με αυτά που είδες ως προπονητής;

- Γ.Κ.: «Δεν μου άρεσε που βρήκα παιδιά που σε αυτήν την ηλικία που είναι έπρεπε να ξέρουν κάποια βασικά πράγματα και δεν τα γνώριζαν, να κάνουν μπάσιμο, να τριπλάρουν. Δεν θέλω να πω ότι ήταν παραμελημένα, αλλά δεν ήταν στο επίπεδο που έπρεπε να είναι.

Όταν σε νοιάζει να κερδίσεις με οποιοδήποτε κόστος ένα παιχνίδι, τον Πανσερραϊκό, τους Ικάρους, αυτό δεν ξεκινάει από το ανδρικό, αλλά αρχίζει από κάτω, από τις ακαδημίες, είναι μια αλυσίδα. Όταν σε νοιάζει μόνο αυτό δεν κοιτάζεις όλο το υπόλοιπο κομμάτι, να μάθω, να δείξω.

Αν ένα παιδί από μόνο του βγει, έχει το ταλέντο, βγήκε, αλλιώς όσο πάει. Κάπως έτσι είναι η διαδικασία εδώ».

- S.B.: Πολλοί υποστηρίζουν ότι το παρόν και το μέλλον για τις ομάδες  βρίσκεται στις Ακαδημίες τους. Θα σε ενδιέφερε να παραμείνεις στις Σέρρες και να συνεχίσεις να προσφέρεις τις υπηρεσίες σου στα τμήματα υποδομής ενός συλλόγου;

- Γ.Κ.: «Σίγουρα. Με αυτό το σκεπτικό ανέβηκα στις Σέρρες. Ήρθα σε μια πόλη που φημιζόταν και στην Αθήνα για τις Ακαδημίες της, οι Ίκαροι να σου πω την αλήθεια, με 350 παιδιά, ότι γίνεται σωστή δουλειά.

Επειδή γνωρίζω ότι το μπάσκετ τελειώνει για μένα, θα παίξω άλλη μια χρονιά αφού αισθάνομαι καλά, θέλω να ασχοληθώ με την προπονητική, να εργαστώ με τα παιδιά να δω την εξέλιξη που θα έχουν.

Μακάρι να παραμείνω στις Σέρρες, αλλά επειδή όπως σου είπα επιθυμώ να παίξω άλλη μια σεζόν δεν ξέρω τι θα γίνει τελικά, τι θα κάνουν οι Ίκαροι ή ο Πανσερραϊκός, αν θα έχω δηλαδή μια πρόταση να παίξω εδώ. Θα δούμε».

- S.B.: Τι γνώμη έχεις για την κατάσταση που επικρατεί στο ελληνικό μπάσκετ;

- Γ.Κ.: «Δεν χρειάζεται να βρίσκεται μέσα στα πράγματα ή να έχεις την κατάλληλη εμπειρία για να καταλάβεις ότι το σύστημα είναι σάπιο, δεν υπάρχει. Αυτό που συμβαίνει στην Α1, θα γίνει ένα ντόμινο μέχρι τα τοπικά πρωταθλήματα.

Είναι πολύ στενάχωρο να βλέπεις το μπάσκετ να φτάνει σε αυτό το σημείο. Δηλαδή να πέφτει μια ομάδα, επειδή μια άλλη δεν κατεβαίνει να αγωνισθεί. Όλο αυτό που ζούμε τον τελευταίο καιρό και από τον Ολυμπιακό που είναι δύναμη στην Ευρώπη, τα πλέι-οφ να έχουν χάσει το ενδιαφέρον τους, με όλα αυτά ξενερώνει ο κόσμος και απομακρύνεται από το μπάσκετ.

Και έγινε μια φορά στο παρελθόν που ο κόσμος από την υπερβολική προβολή του μπάσκετ "αηδίασε" και χάρη στις επιτυχίες του Παναθηναϊκού, του Ολυμπιακού, με την προσπάθεια που κάνει η ΑΕΚ, ο Ήφαιστος κι άλλες ομάδες ξαναγύρισε.

Όλα αυτά όμως που συμβαίνουν πάλι είναι μεγάλο μείον. Πρέπει να παρθούν αποφάσεις, να λυθούν τα προβλήματα, να υπάρχει υγεία στον χώρο, για να μπορέσεις να χτίσεις και να κάνεις σπουδαία πράγματα».

- S.B.: Ποιες στιγμές ξεχωρίζεις στη διαδρομή που έχεις διανύσει ως παίκτης;

- Γ.Κ.: «Η μεταγραφή μου στον Πανιώνιο που ήταν στην Α1 το 1999, η μεταγραφή μου στην ΑΕΚ που απεδείχθη τελικά ότι ήταν μια λάθος απόφαση γιατί δεν ήμουν ακόμη έτοιμος να κάνω αυτό το βήμα, αλλά και μόνο που μια ομάδα της Ευρωλίγκα σε παίρνει, είναι ένα συναίσθημα του ότι έχεις καταφέρει κάτι και βρίσκεσαι στον σωστό δρόμο.

Επίσης τα δύο χρόνια που πέρασα στη Δάφνη με Σορώτο προπονητή, 2007-2009, που ήταν και τα καλύτερα της ζωής μου. Και μπορώ να πω και η μετακίνησή μου εδώ πέρα που ήταν ένα μεγάλο στοίχημα για εμένα, διότι δεν είμαι Σερραίος, ήρθα από την Αθήνα όπως ξέρουν οι περισσότεροι κι έτυχε από γνωστή και φίλη της γυναίκας μου να έρθουμε για διακοπές κι έμεινα εδώ πέρα κάνοντας πλήρη μετακόμιση. Ήταν μεγάλο βήμα γενικότερα στη ζωή μου, όχι απλά από την άποψη ότι είμαι αθλητής».

- S.B.: Ποιος είναι ο καλύτερος προπονητής με τον οποίο έχεις συνεργασθεί;

- Γ.Κ.: «Ο Κώστας Σορώτος. Δουλέψαμε μαζί τρία χρόνια. Ήταν ο καλύτερος γιατί η συμπεριφορά του ήταν ανδρική. Μπορεί να τσακωνόσουν μαζί του, να σε έδιωχνε, αλλά μετά από μία ώρα έτρωγες μαζί του στην ταβέρνα και δεν το κράταγε.

Άλλοι προπονητές όμως έχουν "γυναικουλίστικη" συμπεριφορά και τα κρατάνε. Για εμένα το πόσο καλός είναι ένα προπονητής έχει να κάνει με τη δουλειά του και με τη συμπεριφορά του».

- S.B.: Πως σου φάνηκε ο νομός Σερρών; Έκανες φίλους στα μέρη μας;

- Γ.Κ.: «Μια χαρά. Όλα είναι πολύ ωραία. Έχει ομορφιές. Το μόνο που μου λείπει εδώ είναι η θάλασσα. Εγώ στην Αθήνα μένω στο Πόρτο Ράφτη που έχει θάλασσα, αλλά το ξεπέρασα αυτό. Γενικά είμαι ένας ήσυχος άνθρωπος και γι' αυτό επέλεξα να βρω σπίτι στο Νέο Σούλι.

Όσο αφορά τις φιλίες που ανέφερες αισθάνομαι χαρούμενος που έκαναν ένα πραγματικό φίλο κι αυτός είναι ο Τάσος Παναγιώτου. Έχω γνωρίσει τη σύζυγό του, τον γιο του, οι σχέσεις μας είναι εξαιρετικές με όλους.

Με τον Τάσο από την αρχή που τον γνώρισα ταιριάξανε οι φιλοσοφίες μας, τον αγαπώ πάρα πολύ, τον νιώθω δικό μου άνθρωπο. Δυο χρόνια που βρίσκομαι εδώ δεν έχω ακούσει να λέει κάποιος έξω κάτι κακό για τον Τάσο. Κι αυτό λέει πολλά.

Ο Πανσερραϊκός είναι πολύ τυχερός που τον έχει Πρόεδρο, διότι έχει όραμα και θέληση, είναι φρέσκος και αυτό που επιθυμεί πολύ είναι η δημιουργία αθλητικών εγκαταστάσεων, οι οποίες λείπουν από τη περιοχή και αυτό είναι τεράστιο πρόβλημα. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρει, αλλά είναι καθαρός άνθρωπος.

Ό,τι κι αν γίνει ακόμα και να φύγω από τις Σέρρες θα έχω κερδίσει έναν αληθινό φίλο.

Και ξέρεις με έχει πειράξει που λένε ότι η συμπεριφορά του Κακιούζη παρεξηγείται επειδή κάνει πολύ παρέα με τον Παναγιώτου.

Όπως με έχουν πειράξει κάποια πράγματα, κάποιες φήμες που έφτασαν στα αυτιά μου που φαίνεται να έχουν ειπωθεί και διαδοθεί από ανθρώπους του μπάσκετ εδώ στις Σέρρες ότι ο Κακιούζης πούλησε μαζί με τον Γκάτζια το ματς της ανόδου με την Καβάλα, ότι ο Κακιούζης "έφαγε" τον προηγούμενο προπονητή, ότι ο Κακιούζης επηρέασε το Παναγιώτου και έθεσε βέτο να μην έρθει στους Ικάρους μεγάλος Σερραίος παίκτης για να μη πάρει περισσότερα λεφτά απ' αυτόν, ότι ο Κακιούζης ήταν μπροστά στις συζητήσεις παικτών που έφυγαν, ότι ο Κακιούζης επηρέασε τον Παναγιώτου να αλλάξει τις Ακαδημίες για να μπει αυτός, ότι ο Κακιούζης σταμάτησε να παίζει καλά όταν έφυγε ο Παναγιώτου από τους Ικάρους.

Έχω 26 χρόνια πορείας στο μπάσκετ. Αυτά τα πράγματα με πείραξαν, είναι κουβέντες του καφενείου, αλλά δεν δίνω βάση, καταλαβαίνω το πως μπορεί να τα λέει όλα αυτά ο καθένας.

Καλύτερα όμως να κοιτάζει ο καθένας τη δουλειά του, παρά να τα "ρίχνει" σε έναν ξένο, διότι εγώ δεν είμαι ντόπιος».

- S.B.: Είσαι στη δύση της καριέρας σου. Πόσα ακόμα χρόνια σκοπεύεις να παίζεις μπάσκετ;

- Γ.Κ.: «Δεν είμαι στη δύση, αλλά στην παραδύση (γέλια). Όσο αντέχουν τα πόδια μου θα συνεχίζω να παίζω.

Μου αρέσει να παίζω μπάσκετ. Δεν το κάνω ούτε για τα λεφτά, ούτε για τις γυναίκες στην κερκίδα όπως οι πιτσιρικάδες.

Δεν κάνω σχέδια για τα επόμενα 4 χρόνια. Ας ξεκινήσει με το καλό η επόμενη σεζόν και βλέπουμε».

- S.B.: Κλείνοντας αυτή τη συνέντευξη Γιάννη. Τι συμβουλή θα έδινες στα νέα παιδιά;

- Γ.Κ.: «Θα τους έλεγα να αγαπάνε το άθλημα. Να δουλεύουν σκληρά από το πρωί μέχρι το βράδυ και να σέβονται τους προπονητές τους, όποιοι κι αν είναι αυτοί.

Επίσης, να κάνουν πέρα όλους όσους τάζουν πανελλήνια, παγκόσμια πρωταθλήματα και "χρυσά" συμβόλαια και να διώξουν από κοντά τους τους μάνατζερ.

Δοθείσης της ευκαιρίας θα ήθελα να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου στους γονείς μου, οι οποίοι ήταν άσχετοι με το μπάσκετ, αλλά με στήριξαν πολύ.

Ο πατέρας μου ερχόταν και με έπαιρνε από το κολυμβητήριο, μέχρι τα 16 ήμουν αθλητής στον Πανελλήνιο, και με πήγαινε στο γήπεδο του μπάσκετ για να κάνω προπόνηση. Τους αγαπώ πάρα πολύ και τους ευχαριστώ για όλα όσα έχουν κάνει για εμένα».

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια